Ιστορία Αγίου Σπυρίδωνα

Ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από Σαμαρινιώτες Βλάχους. Το 1955, έπειτα από την εγκατάσταση της πληθυσμιακής ομάδας των Σαρακατσαναίων, το χωριό αποσπάστηκε και δημιουργήθηκε νέα κοινότητα, που πήρε το όνομα της εκκλησίας του χωριού.

Οι κάτοικοι του χωριού είναι Σαρακατσαναίοι και Βλάχοι κυρίως από τη Σαμαρίνα. Οι πρώτοι Βλάχοι ήρθαν στο χωριό μετά το 1870, οπότε έγινε σύγκρουση των Αρβανιτών με τους Βλάχους. Γύρω στις 70 οικογένειες πήγαν στα Καλύβια (παλαιότερη ονομασία: Καλύβια Τοζίσι) και περίπου 20 οικογένειες εγκαταστάθηκαν στον Άγιο Αθανάσιο, ναό στην Κονταριώτισσα, για να φύγουν μετά στο Ξερολίβαδο Ημαθίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μπέης της Κονταριώτισσας δεν επέτρεπε στους Βλάχους να έχουν σπίτια. Έμεναν στα Καλύβια μόνο το χειμώνα. Οι πρώτοι οικισμοί χτίστηκαν στα 1920 (Πάνω Χωριό). Η αρχική θέση του χωριού ήταν στα νεκροταφεία, εκεί όπου βρίσκεται σήμερα ο Ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μετά τους Βλάχους, ήρθαν στα Καλύβια οι Σαρακατσάνοι και μετά το 1950 ολοκληρώθηκε ο οικισμός.

Σύμφωνα με πίνακα της Υποδιοικήσεως της Κατερίνης του Δήμου Κατερίνης (1913) ο Άγιος Σπυρίδωνας ήταν χωριό και αναφέρεται με το όνομα Καλύβια Κοντουργιωτίσσης και είχε συνολικά 266 Ορθοδόξους κατοίκους, εκ των οποίων οι 194 άνδρες και οι 72 γυναίκες. Αναφέρονται στην ίδια πηγή 60 οικίες. Στις αρχές του 20ού αιώνα αναφέρεται ως τσιφλίκι, με 300 Χριστιανούς κατοίκους. Στη διάρκεια της ναζιστικής Κατοχής, σκοτώθηκε ένα άτομο κοντά στον κεντρικό ναό, στις 13 Αυγούστου 1944. Κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο, βρήκαν το θάνατο 4 κάτοικοι του χωριού. Το χωριό πήρε τη σημερινή του ονομασία το 1958. Η κοινότητα υπαγόταν στην Κονταριώτισσα για αρκετά χρόνια.